
Για το δοκίμιο του Αλεξάντερ Κοζέβ [Alexandre Kojève] «Λατινική Αυτοκρατορία – Σχεδίασμα ενός δόγματος για τη γαλλική πολιτική», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έρμα, σε μετάφραση Ιφιγένειας Καμτσίδου. Στην κεντρική εικόνα, ο συγγραφέας.
Γράφει ο Μύρων Ζαχαράκης
Σύμφωνα με τον ιστορικό της τεχνολογίας Lewis Mumford, αν κάτι κάνει την ιστορία του ανθρώπου τόσο συναρπαστική και παράλληλα τόσο αβέβαιη, είναι η μοναδική ικανότητά του να ζει σε δύο διαφορετικούς «κόσμους» συγχρόνως. Από τη μια πλευρά, είναι ο εξωτερικός κόσμος που παρατηρούμε όλοι. Από την άλλη, υπάρχει ένας άλλος κόσμος μέσα μας, ένας κόσμος που ονομάζεται «κόσμος» των ιδεών.
Όταν τα ζώα έρχονται αντιμέτωπα με κινδύνους, διαθέτουν τρεις τρόπους αντίδρασης: πάγωμα ή μάχη ή φυγή. Το πρώτο συμβαίνει και στις τραυματικές εμπειρίες, όπως ήταν λόγου χάρη ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, που πολλοί από αυτούς που τον βίωσαν, βρέθηκαν αργότερα σε κατάσταση βουλητικής «παράλυσης». Η μάχη και η φυγή μπορούν επίσης να ιδωθούν με την ευρύτερη έννοια και δεν χρειάζεται να ταυτίζονται με άμεσες φυσικές κινήσεις. Αμφότερες συνδέονται με τη φαντασία και συντελούν στον νοητικό σχηματισμό ουτοπιών. Η ροπή προς τις ουτοπίες, μας λέει ο Mumford, υπάρχει στον άνθρωπο, έτσι ώστε μονάχα με συνειδητή και εντατική άσκηση, σαν και αυτή που κάνει ένας Ινδός φακίρης ή ακόμη και ένας Αμερικανός επιχειρηματίας, μπορεί κανείς να την αποβάλλει ολότελα.
Ωστόσο, υπάρχουν άτομα, ακόμη και ολόκληρες κοινωνίες που η ουτοπία, ως ιδέα, δεν τους αγγίζει. Ο Mumford είχε κατά νου τους κατοίκους στα νησιά Μαρκησίου, στον Ειρηνικό Ωκεανό, οι οποίοι έμοιαζαν απολύτως αυτάρκεις με τη ζωή τους, χωρίς να νιώθουν την επιθυμία να την αλλάξουν ορμώμενοι από κάποιο κανονιστικό ιδανικό. Όλοι όσοι ανήκουν σε αυτή την τελευταία κατηγορία, προσθέτει, μάλλον δεν είναι και πολύ αξιοζήλευτοι, διότι δεν κατόρθωσαν ποτέ να δουν και ν’ αξιολογήσουν τη ζωή στο σύνολό της.Το χρονικό της έκδοσης του βιβλίου
Το βιβλίο Λατινική αυτοκρατορία: Σχεδίασμα ενός δόγματος για τη γαλλική πολιτική (εκδ. Έρμα), εκδίδεται ξανά στη γλώσσα μας, αυτή τη φορά συνοδευόμενο από έναν κατατοπιστικό επίλογο του Γιώργου Μερτίκα (το τελευταίο ίσως κείμενο που έγραψε και δημοσίευσε). Η νέα αυτή ελληνική μετάφραση της Ιφιγένειας Καμτσίδου, μας αποκαλύπτει, ολοκληρώθηκε προ εικοσαετίας και για λογαριασμό του περιοδικού Λεβιάθαν, του οποίου η ματαίωση της έκδοσης έφερε ως αποτέλεσμα την περιορισμένη και ανά χείρας κυκλοφορία της παρούσας έκδοσης.
Το βιβλίο γράφτηκε το 1945, απ’ τον ρωσικής καταγωγής μαρξιστή φιλόσοφο Alexandre Kojève, γνωστό για τις επιδραστικότατες πανεπιστημιακές του διαλέξεις σχετικά με το βιβλίο του Hegel Φαινομενολογία του Πνεύματος. Οι διαλέξεις αυτές θεωρείται ότι διαμόρφωσαν το πνευματικό κλίμα των συζητήσεων περί μαρξισμού στη μεταπολεμική Γαλλία. Αφού έγραψε το βιβλίο, ο Kojève το προσέφερε σε μια ολιγομελή ομάδα πολιτικών, μια πολιτική ελίτ που ο ίδιος φιλοδοξούσε να προσηλυτίσει. Το βιβλίο δεν κυκλοφόρησε περίπου μέχρι το 1990, οπόταν κυκλοφόρησε μια περίληψή του από το περιοδικό La Regle de jeu, αρ. 1. Ανακαλύφθηκε απ’ τον βιογράφο του Kojève, Dominique Auffret, ο οποίος και το παρέδωσε στις εκδόσεις Grasset για δημοσίευση.
Ιδού το παράδοξο: ο Kojève γράφει ως εθνικιστής πατριώτης και γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο είναι διεθνιστής.
Με ποια ιδιότητα γράφει ο Kojève τούτο το δοκίμιο; Ως σοσιαλιστής ή ως πρώην σοσιαλιστής και νυν φιλελεύθερος; Η απάντηση είναι ότι ο Kojève γράφει πρώτα και κύρια ως πατριώτης, ως Γάλλος πολίτης προβληματισμένος για το μέλλον της χώρας του. Ιδού το παράδοξο: ο Kojève γράφει ως εθνικιστής πατριώτης και γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο είναι διεθνιστής. Ή μάλλον, θα ήταν ορθότερο να του αποδώσουμε τον τίτλο «αυτοκρατορικός». Επικριτικός προς τον φιλελευθερισμό, επειδή ο τελευταίος ήταν στενά προσκολλημένος στο έθνος-κράτος, αλλά και στον σοσιαλισμό, που ήταν βασικά διεθνιστικός, ο Kojève διαβλέπει αυτό που πιστεύει πως είναι η παρακμή των εθνικών κρατών, αμέσως μετά το καταλυτικό γεγονός του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και η αντικατάσταση αυτών από μεγάλες υπερεθνικές αυτοκρατορίες.
Αν η Γερμανία ηττήθηκε στον πρόσφατο πόλεμο, λέει ο Kojève, αυτό συνέβη διότι είχε την αποκοτιά να πολεμήσει αυτή, ένα εθνικό κράτος και στ’ όνομα του εθνικισμού, ενάντια σε συμμαχικούς σχηματισμούς πολλών εθνικών κρατών. Πλέον, στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου, οι πολιτικές δυνάμεις ξεπερνούν και πάλι τον εθνικό χώρο, σχηματίζοντας αυτοκρατορίες: από τη μια πλευρά στέκεται η σοσιαλιστική Σλαβοσοβιετική, από την άλλη δε η καπιταλιστική Αγγλοσαξονική (ή αλλιώς Αγγλοαμερικανική).
Η ίδρυση της «Λατινικής Αυτοκρατορίας»
Σε ποια από τις δύο αυτές θα ήταν σκόπιμο να ενταχθούν οι Γάλλοι; Σε καμία, ξεκαθαρίζει ο Kojève. Η Γαλλία πρέπει να ιδρύσει τη δική της Αυτοκρατορία, έναν υπερεθνικό σχηματισμό από κοινού με τις άλλες «λατινικές» χώρες, την Ισπανία και την Ιταλία. Τοιουτοτρόπως, θα πετύχει όχι μονάχα να εξασφαλίσει την ουδετερότητά της, σε περίπτωση πολέμου των δύο υπερδυνάμεων, αλλά και θα διατηρήσει την οικονομική και πολιτική της ισχύ, σε αντιπαράθεση με τη γειτονική της αντίπαλο, τη Γερμανία. Σύμφωνα με τον Kojève, η βιομηχανική υπεροχή έναντι της Ιταλίας και η δημογραφική υπεροχή έναντι της Ισπανίας, δίνουν στη Γαλλία το απαραίτητο προβάδισμα για να ηγείται στη μελλοντική πολιτική ένωση, ένωση που ο συγγραφέας μας ονομάζει Λατινική Αυτοκρατορία. Αξιοσημείωτη είναι η έμφαση που δίνει ο Kojève, καίτοι μαρξιστικών καταβολών, στην πολιτισμική ιδιομορφία: αν κάτι συνέχει βαθιά τις αυτοκρατορίες του καιρού μας, αυτό είναι το γλωσσικό και (προ παντός) το θρησκευτικό στοιχείο.
Για τους Σλάβους είναι η Ορθοδοξία, για τους Αγγλοσάξονες είναι η προτεσταντική πνευματική κληρονομιά, επομένως και οι τρεις «λατινικοί» λαοί (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) θα πρέπει να ενωθούν πάνω στην πολιτισμική βάση του Ρωμαιοκαθολικισμού.
Για τους Σλάβους είναι η Ορθοδοξία, για τους Αγγλοσάξονες είναι η προτεσταντική πνευματική κληρονομιά, επομένως και οι τρεις «λατινικοί» λαοί (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) θα πρέπει να ενωθούν πάνω στην πολιτισμική βάση του Ρωμαιοκαθολικισμού. Αν οι προτεσταντικοί λαοί εμφορούνται από το ιδανικό του εργαζόμενου ανθρώπου (ο Kojève έχει εδώ κατά νου τη γνωστή βεμπεριανή μονογραφία περί καπιταλιστικού «πνεύματος»), οι ρωμαιοκαθολικοί, αντίθετα, δεν έχουν απολέσει πλήρως το ιδεώδες μιας ζωής ενατένισης. Σε κάθε περίπτωση, μόνο με την πρόταση αυτή θα γίνει εφικτή η μακροχρόνια διατήρηση της Γερμανίας σε θέση έλλειψης ισχύος και σε ουδετερότητα.
Ο Kojève, ο οποίος δεν κρύβει τον θαυμασμό του για την πολιτική ευφυΐα των Churchill και Stalin, βεβαιώνει πως η Αυτοκρατορία των λατινικών λαών οφείλει να ενωθεί επί τη βάσει μιας ειδοποιού πολιτικής ιδεολογίας. Η ιδεολογία αυτή θα είναι η λατινική αυτονομία στην διπολική εξωτερική πολιτική σύγκρουση ΗΠΑ-ΕΣΣΔ (αν και ο Kojève ομολογεί ότι κάποτε ίσως οι ανάγκες ωθήσουν να λάβει μέρος υπέρ ενός). Αναγκαστικά η αυτοκρατορία θα περιορισθεί στη Μεσόγειο, θα διατηρήσει τις αποικίες της στην Αφρική, λόγω των μη ευκαταφρόνητων εσόδων που προσφέρουν (αυτές και ο γαιάνθρακας). Δεδομένου πως η Γαλλία είναι ισχυρότερη, αυτή θα κληθεί ν’ αναλάβει και τα κύρια οικονομικά βάρη του νέου σχηματισμού. Αν το σχέδιο αυτό γίνει πράξη, δεν αποκλείεται μελλοντικά να προσχωρήσει στον σχηματισμό και μια τέταρτη χώρα, η Πορτογαλία, έστω και με τη διακυβέρνηση του Salazar.
Πάντως, αν είναι να προσχωρήσει η Ισπανία, είναι απαραίτητη η πτώση του δικτάτορα Franco. Η Βρετανία θα προβάλλει τις ισχυρότερες αντιρρήσεις για το νέο πολιτικό μόρφωμα, αλλά μπορεί να τις αποσοβήσει η Γαλλία, αν εκμεταλλευθεί την κοινή επιθυμία αποδυνάμωσης της Γερμανίας.
Στο εσωτερικό της Γαλλίας, είναι κρίσιμη η πολιτική σύγκλιση του Κομουνιστικού Κόμματος (που για να υπάρξει, πρέπει να δοθεί η αντίστοιχη πολιτική γραμμή από τη Σοβιετική Ένωση) με τον λαοφιλή στρατηγό De Gaulle και του άλλους πρωτεργάτες της γαλλικής Αντίστασης.
Στο εσωτερικό της Γαλλίας, είναι κρίσιμη η πολιτική σύγκλιση του Κομουνιστικού Κόμματος (που για να υπάρξει, πρέπει να δοθεί η αντίστοιχη πολιτική γραμμή από τη Σοβιετική Ένωση) με τον λαοφιλή στρατηγό De Gaulle και του άλλους πρωτεργάτες της γαλλικής Αντίστασης. Ο Kojève θεωρεί μάλλον παρωχημένη τη διαίρεση Δεξιάς και Αριστεράς, και για την υπέρβαση του εθνικισμού προσβλέπει στον πολιτισμό και, πιο συγκεκριμένα, στον κομβικό ρόλο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η εποχή μας, εξηγεί, θυμίζει την περίοδο του Πάπα Γρηγορίου Ζ’, με τη διαφορά ότι τώρα ο κόσμος δεν είναι προ-εθνικός αλλά μετα-εθνικός.
Η ρωμαιοκαθολική οικουμενικότητα, πολύ διαφορετική από τον εθνικό κατακερματισμό Προτεσταντών και Ορθοδόξων, είναι λοιπόν ικανή να ενισχύσει τη μετάβαση προς τη Λατινική Αυτοκρατορία, και η τελευταία είναι με τη σειρά της ικανή να βοηθήσει τον Ρωμαιοκαθολικισμό να καταστεί μια Εκκλησία αληθινά μοναδική και οικουμενική:
«Και μόνον τότε θα υπάρξει η δυνατότητα να απαντηθεί το ερώτημα αν το (αόριστο) μέλλον ανήκει στην ανθρωπιστική αθρησκία την οποία κάποιοι προβλέπουν και προτείνουν ή σ’ αυτή τη χριστιανική καθολικότητα που είναι ο έσχατος στόχος και λόγος ύπαρξης του καθολικού χριστιανισμού, που γέννησε -μεταξύ άλλων- και τον λατινικό πνευματικό κόσμο» (σελ. 81).
Με τα λόγια αυτά ολοκληρώνεται το δοκίμιο του αθεϊστή Kojève. Αν και δεν έγινε πράξη το όραμά του, ο ίδιος διαδραμάτισε καίριο ρόλο στη γαλλική πολιτική μέσω της συνεργασίας του με τον De Gaulle. Θεωρείται πως οι απόψεις που εξέφρασε στο βιβλίο, επηρέασαν σημαντικά τη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τα πρώτα της βήματα.
Ήταν «ουτοπία» η πρόταση του Kojève; Έτσι έχουν υποστηρίξει. Ακόμη και έτσι να είναι, ο Mumford, για να γυρίσουμε ξανά σ’ αυτόν, έλεγε πως η έννοια της ουτοπίας δεν πρέπει να ξεχαστεί, αφού αποτελεί βασική αρχή κάθε προόδου και η απόπειρα για να εξασφαλίσουμε ένα καλύτερο μέλλον. Όταν λοιπόν πρότεινε ν’ αποστρέψουμε τα μάτια από τους απαρχαιωμένους και ολέθριους κοινωνικούς «μύθους», δεν εννοούσε ν’ απαρνηθούμε τους μύθους γενικά, αλλά να τους ενσταλάξουμε ορθολογισμό και να τους αντικαθιστούμε με άλλους, όταν φαίνεται πως δεν δουλεύουν καλά. Δύο τέτοιοι «μύθοι», που ο Mumford προέτρεπε να εγκαταλείψουμε, είναι αυτός του εθνικού κράτους και εκείνος των προλεταρίων. Και σίγουρα ο Kojève δεν θα διαφωνούσε μαζί του.
Ο Μύρων Ζαχαράκης είναι υποψήφιος διδάκτωρ Φιλοσοφίας.
Δυο λόγια για τον συγγραφέα
Ρωσικής καταγωγής (το πραγματικό του όνομα ήταν Αλέξανδρος Κοσέβνικοβ), γεννήθηκε στη Μόσχα το 1902 και πέθανε στο Παρίσι το 1968. Συμπλήρωσε τις φιλοσοφικές του σπουδές κοντά στον K.Jaspers στη Χαϊδελβέργη με μια διατριβή γύρω από τον Σολόβιεφ (1931) και από το 1933 δίδαξε στο Παρίσι (College de France). Τα μαθήματά του για τον Hegel επηρέασαν σημαντικούς κατοπινούς στοχαστές προς την κατεύθυνση της υπαρξιστικής φιλοσοφίας (Introduction a la lecture de Hegel, 1947). Ο Κοζέβ στην πορεία θα αποκτήσει διοικητικές θέσεις και θα συνδεθεί με τον στενό κύκλο του πρωθυπουργού Σαρλ Ντε Γκωλ επηρεάζοντας σε μεγάλο βαθμό τη γαλλική εξωτερική πολιτική. Πολλές από τις ιδέες που παρουσιάζονται στη Λατινική αυτοκρατορία για το μέλλον της ευρωπαϊκής προοπτικής θα αποτελέσουν την πρώτη ύλη για τη συγκρότηση της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) και μετέπειτα της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Ένωσης (ΕΟΚ). Από την άλλη, όμως, ο Κοζέβ θα επιβεβαιωθεί στα μείζονα όσον αφορά τα θεμελιώδη προβλήματα που παρουσιάζει η εξέλιξη και η σταθερότητα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος στον σύγχρονο κόσμο.