Του Γιώργου Χ. Θεοχάρη
Συμβαίνει κάποτε στη ζωή και στην Τέχνη να διασταυρώνεσαι απροσδόκητα με το πολύτιμο. Τότε στερεώνεται η βεβαιότητά σου πως τα τιμαλφή φέρουν εκ γενετής την χάρι της δωρεάς, υπήρξαν για να προσφερθούν, δημιουργήθηκαν για να τιμήσουν την ύπαρξη. Το τιμαλφές δώρημα της Γιάννας Λάμπρου προσφέρθηκε στην ανάγνωση διακριτικά, όπως ταιριάζει στα πολύτιμα, αλλά στο πρώτο ξεφύλλισμα καταυγάζεται η ψυχή του αναγνώστη απ’ τις εκλάμψεις του κειμένου.
Της Έλενας Χουζούρη
Όταν ο Nick Hornby έγραφε το High Fidelity ίσως δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι το «κόλλημα» με τα βινύλια ήταν δυνατόν εκτός από το να καταστρέψει μια ερωτική σχέση να οδηγήσει κάποιον μέχρι το φόνο. Είναι όμως έτσι; Μπορεί κάποιος να σκοτώσει για μια χούφτα βινύλια, και όχι δολάρια, όπως γνωρίζαμε έως σήμερα;
Του Κώστα Κατσουλάρη
«Σκοτείνιαζε, τα φώτα άναβαν στους δρόμους που διασχίζαμε κι όλα μου φαίνονταν σωστά. Οι άνθρωποι ήταν καλοί και τίμιοι, όλοι τους. Η ζωή περίπλοκη και σύντομη.»
Ο Στέφανος, ο κεντρικός ήρωας του τελευταίου μυθιστορήματος της Αμάντας Μιχαλοπούλου, είναι αποπροσανατολισμένος. Όπως κάποια πουλιά, «τυχαίους επισκέπτες» τα λένε, που άλλοτε από απροσεξία, άλλοτε ακολουθώντας κάποιο πειρασμό χάνουν το σμήνος τους, έτσι κι εκείνος μοιάζει να έχει απολέσει τον συνδετικό κρίκο με ό,τι ονομάζεται φυλή, πατρίδα, αίσθημα του ανήκειν.
Της Άλκησις Σουλογιάννη
Μνήμη Γιάννη Βαρβέρη
Τα λογοτεχνικά κείμενα του Κώστα Γ. Παπαγεωργίου αποτελούν ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσες παραδειγματικές εφαρμογές δημιουργικής γραφής, τόσο επειδή προβάλλουν συγκεκριμένες θεματικές σταθερές που λειτουργούν ως ορόσημα για την εξέλιξη ενός πρωτότυπου σημασιολογικού σύμπαντος, όσο και επειδή έχουν ήδη εκτιμηθεί ως προτάσεις για τη χρήση της γλώσσας στη διάσταση του ευρηματικού συνδυασμού στοιχείων που παραβιάζουν τα συμβατικά όρια ανάμεσα στην ποίηση και στην πεζογραφία, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά τα δύο είδη αποτελούν διαφορετικά κατά την κοινή αντίληψη πεδία λογοτεχνικής παραγωγής.
Μεθυσμένοι δορυφόροι του έρωτα
Του Δημοσθένη Κερασίδη
Υπάρχουν κάποια βιβλία τα οποία θα μπορούσαν ίσως να χαρακτηριστούν ως εικόνες μιας μεσοχείμωνης άνοιξης, επειδή μας πηγαίνουν σε μια εποχή φωτεινή, ενόσω η γύρω πραγματικότητα δείχνει σαν να ερωτοτροπεί με την παρακμή και την αυτοκαταστροφή. Ένα τέτοιο βιβλίο, που διεκδικεί το ξέφωτο ως στάση προσωπική-πολιτική, είναι και Ο Σπούτνικ ταξιδεύει ακόμα, γιατί μας ταξιδεύει σε μια δεκαετία μυθική, πυρετώδη, εφηβική, επηρμένη, οργισμένη, αθώα, με σημαία την αναζήτηση της πρωτογένειας των αισθήσεων, θεμελιακή και εκθεμελιωτική, ερωτική, επαναστατική, φωτισμένη αλλά και φαντασμένη, δημιουργική και τεμπέλικη συγχρόνως, όπως ήταν η δεκαετία του ’60.
Της Ελένης Φουρνάρου
Η Πελαγία απόκτησε τον ισόβιο χαρακτηρισμό “δεσποινίς” μόλις στα φοιτητικά της χρόνια, όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Μαθηματικό και τα όνειρά της για να συμβάλλει στην οικογενειακή οικονομία – είχε μόλις πεθάνει ο πατέρας της και κάποιος έπρεπε να φροντίσει τη μάνα και τα μικρότερα αγόρια.
Του Στρατή Χαβιαρά
Μου φαίνεται πως ο Βασίλης ο Κουνέλης μάζευε ζόρι από καιρό για να γράψει ένα πρώτο μυθιστόρημα που δε θα ήταν μόνο καλό και εκδόσιμο. Απλώς αναζητούσε «σηματωρό και κήρυκα», όπως έγραψε ο Ελύτης για το δικό του ξεκίνημα. Και καμιά φορά φτάνει να νομίζεις ότι τον βρήκες – τον σηματωρό και κήρυκα – για να βρεις το δρόμο και να ακουστείς στα πέρατα της ερημίας.
Του Γιώργου Χ. Θεοχάρη
Εκεί που έλεγα δεν θα φτάσω ποτέ, μετά από μια στροφή-φουρκέτα του επαρχιακού δρόμου, πίσω απ’ το βουνό, φάνηκε η θάλασσα. Σε πέντε λεπτά ήμουν στην παραλία. […]. Το μέρος είναι πέντε δρομάκια και μια μικρή παραλία με βότσαλο και πεντακάθαρα νερά. […]. Η μεγαλύτερη (…) βόλτα είναι εκατόν πενήντα μέτρα, όσο και η παραλία. […].
Του Μάκη Πανώριου
Ακόμη κι όταν η Φανταστική Λογοτεχνία δίνει την εντύπωση ότι εκτρέπεται σε σουρεαλιστικούς, «εξωφρενικούς» μύθους που προσιδιάζουν στο παραμύθι, αφηγούμενη ιστορίες που υπερβαίνουν τον ρεαλισμό και τον νατουραλισμό, στο βάθος τους εύκολα μπορεί να ανιχνεύσει ο αναγνώστης τη φιλοσοφική, και όχι μόνο, προβληματική –και ανάγκη– που έχουν υπαγορεύσει τη συγκεκριμένη επινόησή τους, τουλάχιστον σε επίπεδο λογοτεχνικού είδους με συγκεκριμένα σύμβολα.
Του Κώστα Κατσουλάρη
Το τελευταίο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη, «Τα σακιά», είναι ένα ανάγνωσμα υποβλητικό, σκληρό, γοητευτικό όσο και, στιγμές στιγμές, δυσβάσταχτο. Οι δυο βασικοί του ήρωες, η 50χρονη πια Βιβή Χολέβα και ο τριαντάχρονος γιος της Λίνος, εκφράζουν διαφορετικές όψεις του «τέρατος», καθώς εκείνος αποδεικνύεται κατ’ εξακολούθηση βιαστής-δολοφόνος, ένας σύγχρονος «δράκος» του αθηναϊκού κέντρου. Η Καρυστιάνη, σε 350 πυκνές σελίδες, στήνει ένα σκηνικό υψηλής έντασης, μέσα στο οποίο τα πρόσωπά της συνθλίβονται διαδοχικά και αλλεπάλληλα, μέχρι την τελική –περιορισμένη, κατ’ ανάγκην– κάθαρσή τους.
Της Χριστίνας Κυριακάτη
Ο έφηβος Θοδωρής, που πρωταγωνιστεί στον «Νοματαίο» του Βασίλη Κουνέλη, αφηγείται την εμπειρία του καθώς εισέρχεται στην ενηλικίωση και συνειδητοποιεί τη δομή της κοινωνίας που τον περιβάλλει. Προβληματισμοί και ξεσπάσματα από το Χαλάνδρι μέχρι την Αρκαδία, και ο πρώτος μεγάλος έρωτας που βρίσκει την ανταπόκριση στο Φεστιβάλ του Ρήγα στη Νέα Σμύρνη.
Η συνάντηση των εικαστικών με τη λογοτεχνία είναι μια συνθήκη που έχει επιχειρηθεί αρκετές φορές με αμφίβολης αξίας αποτελέσματα κάθε φορά. Η δυναμική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σε ένα γραπτό και έναν πίνακα συνήθως φωτίζει μονόπλευρα το ένα από τα δύο έργα δημιουργώντας μια έντονη αίσθηση ανισότητας.
Του Κώστα Αγοραστού
Του Μάκη Πανώριου
Η μνήμη, σύμφωνα με την επιστήμη, και όχι μόνο, είναι το θησαυροφυλάκιο του παρελθόντος. Κατά τη διαδρομή της, όμως, μέσα στους αιώνες, και μέσα στο ανθρώπινο σύμπαν που είναι και το υπαρξιακό πλοίο της, υφίσταται αλλεπάλληλες διαφοροποιήσεις, μεταπλάσεις και μεταμορφώσεις. Ως εκ τούτου η αναπαραγωγή του «χαμένου χρόνου» παραδίνεται στον αποδέκτη της αλλοιωμένη. Τη διεργασία της εν λόγω διαφοροποίησης διαπραγματεύεται η ανθρώπινη φαντασία η οποία και προσπαθεί να αναστηλώσει και να αποκρυπτογραφήσει τη μορφή, τον ήχο και τα σύμβολα μιας αδιανόητης δημιουργίας που συνεχώς και αενάως μεταλλάσσεται. Υπό αυτή την έννοια, οι μυθολογίες του κόσμου και οι έντεχνες προσεγγίσεις της προαναφερθείσας «αφάνταστης» δημιουργίας, μέσω της φανταστικής λογοτεχνίας, κυρίως, υπονοούν πολλά.
Του Γιώργου Βέη
«Μια εξίσωση από κολοκύθια που βράζουν χωρίς κανέναν προορισμό είναι η ζωή. Αμέτε να μετρηθείτε, αχθοφόροι του ονόματός σας.» Οδυσσέας Ελύτης, Εκ του πλησίονΠροηγήθηκε η συλλογή διηγημάτων Ο λοξίας, από τις εκδόσεις «Ίνδικτος», το 2008. Απέσπασε θετικά σχόλια της κριτικής. Και δικαίως. Πρόκειται για συγγραφέα (1972) ο οποίος τιμά την πρωτογενή αφηγηματική του ύλη, αξιοποιεί καταλλήλως το γλωσσικό του εργαλείο, το οποίο φαίνεται ότι περιποιείται πολλαχώς, ανασυντάσσοντας ευφυώς στοιχεία της περιρρέουσας ατμόσφαιρας.
Της Παυλίνας Μάρβιν
Νομίζω πως τα πράγματα γίνονται ήδη σχετικά καθαρά όταν η συγγραφέας ονομάζεται Μαργαρίτα και το βιβλίο έχει αυτόν τον τίτλο. Θέλω να πω, Μαργαρίτα είναι ένα όνομα που εμένα με παραπέμπει σε παιδί, το οποίο, είτε έχει μεγαλώσει είτε είναι παιδί ακόμα, ή και τα δύο, πάντως, αν ήθελα να γράψω ένα βιβλίο τώρα και να μιλήσω ως παιδί, ίσως να διάλεγα να το υπογράψω, πολύ πιθανόν, με το όνομα Μαργαρίτα.
Έρως δύσερως και μη
Του Γιώργου Βέη
Έχω υποστηρίξει και παλαιότερα, το 2007, με την ευκαιρία της κυκλοφορίας των Χαρτών, από τις ίδιες εκδόσεις, της άρτιας δηλαδή συλλογής διηγημάτων του δόκιμου αυτού πεζογράφου, ο οποίος ανήκει ομολογουμένως στους αντιπροσωπευτικότερους της γενιάς του, ότι η εγνωσμένη οικονομία των εκφραστικών του μέσων, σε συνδυασμό με την ασκημένη του παρατηρητικότητα - συγγραφική αμεροληψία, μάς προσφέρει ολοκληρωμένα πορτρέτα αρκετών μελών της αστικής κυψέλης, ημετέρας και ξένης, αλλά και ορισμένων χαρακτηριστικών παριών της σχεδόν αθησαύριστης κειμενικά επαρχιακής μας ενδοχώρας.
Του Στρατή Χαβιαρά
Ρώτησα κάποτε τον Αμερικανό συγγραφέα Τζον Ίρβινγκ πώς παραχώνει προσωπικές εμπειρίες στα μυθιστορήματα του και απάντησε, «Προσωπικές εμπειρίες; Ποτέ». Αυτό με έκανε να βάλω τα γέλια γιατί, όπως και η ζωή του, τα βιβλία του έβριθαν από αγώνες ελληνορωμαϊκής πάλης και αρκούδες. Ακόμα και αν δεν αναγνωρίζουμε στο έργο συγκεκριμένες λεπτομέρειες απ’ τη ζωή του συγγραφέα, το έργο του πάντα βρίθει από προσωπικές επιθυμίες, φοβίες, προκαταλήψεις και εμμονές.
του Κώστα Κατσουλάρη
Ο Γιάννης Ευσταθιάδης έχει μέσα στα χρόνια κατακτήσει μια ιδιαίτερη θέση στο χώρο της νεοελληνικής γραμματείας. Αποτελεί μέρος μιας άτυπης ομάδας λογοτεχνών της γενιάς του 70 (σταχυολογώ ενδεικτικά: Δημήτρης Καλοκύρης, Αχιλλέας Κυριακίδης, αλλά και Κώστας Μαυρουδής, Αργύρης Χιόνης) οι οποίοι καλλιεργούν μια παιγνιώδη, γλωσσοκεντρική και πολυπρισματική λογοτεχνία, στης οποίας το DNA «ανιχνεύονται», κατά την προσφιλή έκφραση του Κυριακίδη, Μπόρχες, Ζορζ Περέκ, Ίταλο Καλβίνο, καθώς και πλήθος από άλλες μοντερνιστικές επιρροές, τόσο από τη λογοτεχνία όσο και από τον κινηματογράφο, τη σοβαρή μουσική, τις εικαστικές τέχνες.
Του Γιώργου Βέη
Ο αείμνηστος Μάριος Μαρκίδης, υποστηρίζοντας ανεπιφύλακτα το βιβλίο αυτό προ ετών, τόνιζε ότι συνιστά «έργο ενός φιλάργυρου του βιώματος. Αυτός ο φιλάργυρος όμως είναι αισθητής και διανοούμενος. Κι έχει ταυτόχρονα την επιτηδειότητα των ποιητών να συνδυάζει απροσδόκητα τις παρατηρήσεις διαφορετικών τόπων και χρόνων, να μεταφράζει τον ένα τόπο στον άλλο (χάρισμα του ταξιδιώτη Ουράνη) και τον ένα χρόνο στον άλλο (χάρισμα της παράδοσης του Σεφέρη). Αξίζει την ανάγνωσή μας, στο βαθμό που καταφέρνει να του προσδώσει το «έτσι» του ο συγγραφέας, ο Σάυλοκ της παρατήρησης.»
Του Μάκη Πανώριου
Στο εξωτερικό κέλυφος αυτού του τελευταίου μυθιστορήματος της Ελένης Γκίκα, «διαβάζεται» μία ακόμη ιστορία ερωτικού πάθους. Της αιώνιας Γυναίκας, που εδώ ενέχει τη θέση συμβόλου, με τον αιώνιο Άντρα, σύμβολο και αυτός του «Άλλου Μισού», σύμφωνα με την πλατωνική φιλοσοφία.
Της Ελένης Φουρνάρου
«Το φορτηγό σταμάτησε στη μέση του δρόμου και από το μεγάφωνό του μια φωνή άρχισε να διαλαλεί: "Εντός ολίγου θα μοιραστούν σε όλους δωρεάν γυάλινες μυγοσκοτώστρες, μαζευτείτε, κυρίες και κύριοι, μην παραλείψετε να πάρετε, είναι εντελώς άχρηστο αλλά είναι δωρεάν, θα πάρει ο άλλος και εσύ όχι; Ελάτε, κυρίες και κύριοι…"
Έξι επιλογές ελληνικής πεζογραφίας
Του Λεωνίδα Καλούση
Καθώς η «κρίση» βαθαίνει, αγγίζοντας κεκτημένα, νοοτροπίες, σταθερές που συνείχαν για χρόνια την ελληνική κοινωνία, όλο και πιο δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί το μέλλον. Όλα αυτά, βέβαια, θίγονται εδώ και χρόνια στα σημαντικότερα βιβλία της εγχώριας πεζογραφίας –μια και η λογοτεχνία προηγείται τις εποχής της–, κι εξακολουθούν να είναι, πότε ευθέως και πότε συγκαλυμμένα, ο βασικός τροφοδότης της.
Για το βιβλίο του Νίκου Θέμελη «Η συμφωνία των ονείρων» (εκδ. Μεταίχμιο).
Του Κ.Β. Κατσουλάρη
Του Κώστα Κατσουλάρη
Όπως έχει με πολλές ευκαιρίες διακηρύξει ο Πέτρος Μάρκαρης, ο λόγος που επέλεξε –σε προχωρημένη ηλικία, ήταν 58 όταν εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο– την αστυνομική λογοτεχνία ήταν επειδή αυτή του προσέφερε τη δυνατότητα να μιλήσει για τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα της εποχής του.
Του Κώστα Κατσουλάρη
Οδυσσέας και Μπλουζ, από τον Όμηρο στον αμερικανικό νότο. Δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι, εκ πρώτοις ασύμβατοι μεταξύ τους, έρχονται κοντά. Και το αποτέλεσμα είναι έρωτας – ή, μάλλον, αγάπη. Στο τελευταίο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου, που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες, η «μαγεία» δεν ενυπάρχει στον κόσμο, γεννιέται μεταξύ των ανθρώπων. Η αλχημεία γίνεται χημεία.
Η παιδική ηλικία ως θρίλερ
Του Κώστα Κατσουλάρη
Τον Νίκο Α. Μάντη τον πρωτογνωρίσαμε τέσσερα χρόνια νωρίτερα, με την συλλογή διηγημάτων «Ψευδώνυμο» (κλείσιμο του ματιού στη δική του επιλογή να γράφει με ψευδώνυμο). Παρά τις ενδιαφέρουσες εναλλαγές, τόσο θεματικά
Του Αλέξη Ζήρα
Αν ισχύει και δεν είναι κι αυτό μία ακόμα επινόηση του συγγραφέα, ανάμεσα στις τόσες ακραίες επινοήσεις, που ξέρουμε από τα προηγούμενα βιβλία του ότι τις αγαπά πολύ, το περιστατικό που περιγράφει με συντομία ο Ανδρέας Μήτσου στο οπισθόφυλλο
Ο 40χρονος Χρήστος Οικονόμου είχε περάσει σχεδόν απαρατήρητος όταν επτά χρόνια πριν δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο «Γυναίκα στα κάγκελα» (Ελληνικά Γράμματα). Με το «Κάτι θα γίνει, θα δεις» όχι μονάχα ξεπερνάει τον «σκόπελο» του δεύτερου βιβλίου, αλλά κερδίζει μια διακριτή θέση στη σύγχρονη ελληνική διηγηματογραφία.
Του Κ.Β. Κατσουλάρη
Πίσω από τα βλέφαρα
Του Κώστα Κατσουλάρη
Τριάντα χρόνια έχουν περάσει από την πρώτη και, μέχρι πρόσφατα, μοναδική πεζογραφική προσπάθεια του Μιχάλη Γκανά, τη νουβέλα «Μητριά πατρίδα»
Για το μυθιστόρημα της Λένας Διβάνη «Ένα πεινασμένο στόμα» (εκδ. Καστανιώτη)
Του Κώστα Κατσουλάρη
Μια ακόμη ανάγνωση του νέου μυθιστορήματος του Γιάννη Μακριδάκη
Της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου
Ναι, λοιπόν, η κρίση είναι εδώ, οικονομική, πολιτιστική, ιδεών, αξιών, όπως την αντιλαμβάνεται
Ο Γιάννης Μακριδάκης σκιαγραφεί ένα συγκινητικό πορτρέτο.
Του Κώστα Κατσουλάρη
Ευχάριστα ξάφνιασε δύο χρόνια πριν κριτικούς και αναγνωστικό κοινό ο 39χρονος σήμερα Γιάννης Μακριδάκης με το πρώτο του μυθιστόρημα «Ανάμισης ντενεκές». Εκεί, με την ντοπιολαλιά της πατρίδας του της Χίου εξιστορούσε την ζωή και τα πάθη ενός θρύλου του νησιού, του Γιώργη Πέτικα, ο οποίος εξαιτίας ενός εγκλήματος πάθους πέρασε στην παρανομία.
23 Ιανουαρίου 2025 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Δέκα εξαιρετικά μυθιστορήματα μεταφρασμένης πεζογραφίας (για την ακρίβεια, εννιά + μία συλλογή με νουβέλες) που αναμένουμε να διαβάσουμε το επόμενο διάστημα. Γράφει ο
12 Δεκεμβρίου 2024 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα: Εκατό καλά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2024 από τα πολλά περισσότερα που έπεσαν στα χέρια μας, με τη μεταφρασμένη πεζογρα