Για το μυθιστόρημα της Έλενας Χουζούρη Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ (εκδ. Πατάκη).
Του Νίκου Ξένιου
Γραμμένο σε βιβλικό κλίμα και με αφήγηση ιδιαίτερα λυρική και συναισθηματικά φορτισμένη, το βιβλίο της Έλενας Χουζούρη Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ (εκδ. Πατάκη) εντάσσεται στο είδος εκείνο των μυθιστορημάτων που εστιάζουν στον κοινωνικοϊστορικό περίγυρο και πλάθουν τους χαρακτήρες στο έδαφος ενός σύγχρονου νατουραλισμού.
Η Θεσσαλονίκη παλαιότερα ονομαζόταν «μητέρα του Ισραήλ» (εβρ. ir v’em beyisrael) και η καταγωγή του μεγαλύτερου μέρους του εβραϊκού ελληνισμού της ήταν σεφαραδίτικη. Η γενοκτονία των Γερμανών παρουσιάστηκε ως «εκτοπισμός» των Εβραϊκών πληθυσμών. Το μυθιστόρημα θέτει επί τάπητος την αναγκαιότητα υπόμνησης της αλήθειας και ως προτεραιότητα το «θέλω να θυμάμαι» έναντι της αμνημοσύνης.
Ο ιστορικός χρόνος
Αναζητώντας τον «θείο Αβραάμ» η νεαρή ιστορικός αναφέρεται εμμέσως στον σοσιαλιστή διεθνιστή Αβραάμ Μπεναρόγια (1887-1979), ισπανοεβραϊκής καταγωγής, πρωτεργάτη της ίδρυσης της Φεντερασιόν και πρωταγωνιστή του ελληνικού εργατικού κινήματος.
Προερχόμενη από ευκατάστατη φιλόμουση οικογένεια, η Αλίζα σπουδάζει Ιστορία στο Ισραήλ αλλά θέτει στο στόχαστρο της έρευνάς της τη Θεσσαλονίκη του 2012. Η μεταπήδησή της σε ένα άλλο πολιτιστικό περιβάλλον βιώνεται τραυματικά από την υπερευαίσθητη αλλά και ορθολογική Αλίζα, που είναι σε θέση να κάνει μια προσωπική εντρύφηση, αναδρομή και νοερή περιήγηση στην εποχή του αντάρτικου και στην προπολεμική πόλη, εκείνη του 1930.
Αναζητώντας τον «θείο Αβραάμ» η νεαρή ιστορικός αναφέρεται εμμέσως στον σοσιαλιστή διεθνιστή Αβραάμ Μπεναρόγια (1887-1979), ισπανοεβραϊκής καταγωγής, πρωτεργάτη της ίδρυσης της Φεντερασιόν και πρωταγωνιστή του ελληνικού εργατικού κινήματος, βουλευτή της εβραϊκής κοινότητας Θεσσαλονίκης και επικεφαλής της κεντρώας ιδεολογικοπολιτικής τάσης του νεοσύστατου ΚΚΕ και της ΓΣΕΕ.
Ο Μπεναρόγια, επιστρέφοντας από εξορία, τάχθηκε ενάντια στην Μικρασιατική Εκστρατεία στρέφοντας όλη την ισραηλιτική κοινότητα κατά του Ε. Βενιζέλου και στη διάρκεια της κατοχής συνελήφθη από τους Γερμανούς στη Θεσσαλονίκη και μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία, όπου εξοντώθηκε η οικογένειά του. Απελευθερώθηκε από τους συμμάχους και το 1945 επέστρεψε στην Ελλάδα, για να συνεργαστεί με το σοσιαλιστικό κόμμα των Α. Σβώλου και Η. Τσιριμώκου.Το 1953 μετανάστευσε στο Τελ Αβίβ, για να ασκήσει σφοδρή κριτική στην Ε.Σ.Σ.Δ. μέχρι τον θάνατό του, το 1979.
Οι Εβραίοι της Σαλονίκης και η αντιπάθεια των Ελλήνων
Το 96% των μελών της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, δηλαδή 46.091 άνθρωποι, εστάλησαν στο Άουσβιτς. Μόνο 1950 επέστρεψαν και βρήκαν τις περισσότερες από τις εξήντα συναγωγές τους κατεστραμμένες, το νεκροταφείο τους συλημένο και τα σχολεία τους ερειπωμένα.
Στις 11 Ιουλίου 1942 οι Γερμανοί, καθοδηγούμενοι από τον Αλόις Μπρούνερ περικύκλωσαν τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης με σκοπό να τους εκτοπίσουν στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Η κοινότητα πλήρωσε το ποσόν των 2,5 δισεκατομμυρίων δραχμών για την ελευθερία της, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να καθυστερήσει ο εκτοπισμός ώς τον επόμενο Μάρτιο. Το 96% των μελών της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, δηλαδή 46.091 άνθρωποι, εστάλησαν στο Άουσβιτς. Μόνο 1950 επέστρεψαν και βρήκαν τις περισσότερες από τις εξήντα συναγωγές τους κατεστραμμένες, το νεκροταφείο τους συλημένο και τα σχολεία τους ερειπωμένα. Αρκετοί επιζώντες μετανάστευσαν στο Ισραήλ και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μισή χιλιετία σεφαραδίτικης κληρονομιάς μιας ακμάζουσας κοινότητας της πόλης κυριολεκτικά αφανίστηκε. Κάποιοι για να γλιτώσουν καταφεύγουν στα βουνά και εντάσσονται στον ΕΛΑΣ και την Αντίσταση. Ανάμεσα σε αυτούς η ηρωίδα του βιβλίου γιαγιά Λούνα.
Στα αίτια καταλέγονται η περιορισμένη ενσωμάτωση της εβραϊκής κοινότητας στην ευρύτερη κοινωνία της Θεσσαλονίκης και αφετέρου το κλίμα αντισημιτισμού στον Μεσοπόλεμο, που είχε μάλλον εθνικιστικές παρά φυλετικές ρίζες, καθώς σχετίζεται με την ιστορία της ένταξης της Θεσσαλονίκης στο ελληνικό κράτος μόλις το 1913. Η ελληνική ελίτ δεν είδε ποτέ με καλό μάτι την περίοπτη θέση του εβραϊκού στοιχείου, καθώς ακόμη και μετά την άφιξη των προσφύγων από τη Μικρά Ασία, η εθνολογική σύνθεση της πόλης δεν ήταν 100% ελληνική. Για παράδειγμα, δεν υπάρχουν στοιχεία στα ιστορικά αρχεία για οιανδήποτε παρέμβαση της ελληνορθόδοξης κοινότητας προκειμένου να ματαιωθεί η καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου και αργότερα των συναγωγών από τις αρχές κατοχής και τους συνεργάτες τους. Σύμφωνα με αναφορές, 12.000 άτομα (συνεργάτες και δωσίλογοι) εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση.
O χρόνος της αφήγησης
Εξήντα έξι χρόνια μετά, η επιλεγείσα ως αφηγήτρια Αλίζα τάδε με τα εναλλασσόμενα εβραϊκά επίθετα (μια οποιαδήποτε Εβραία της νέας γενιάς, δηλαδή) επιστρέφει στο θέατρο του δράματος και στοχεύει την έρευνά της στο έτος 5491 του Από Γενέσεως Κόσμου εβραϊκού ημερολογίου, δηλαδή στο σωτήριον έτος 1931 και στον εμπρησμός της συνοικίας Κάμπελ. Η απόδραση της γιαγιάς Λούνα στο βουνό, η επιστροφή της γιαγιάς Ρέινα από το στρατόπεδο, το κοινό περιπετειώδες ταξίδι στο Ισραήλ, η νέα ζωή στο κιμπούτς, όλα δοσμένα με μιαν απόλυτα μελετημένη τοπογραφία, με πανοραμικά πλάνα της Θεσσαλονίκης και υπό κινηματογραφικές οπτικές γωνίες λήψης, πραγματικά ντοκουμέντα σε μιαν αφήγηση με παντόπτη αφηγητή.
Η μνήμη ως όχημα της συγκίνησης, η αναφορά σε αγαπητά πρόσωπα και η χρήση του ερεθίσματος της φωτογραφίας, όλα αυτά είναι τα αφηγηματικά ευρήματα μιας φροντισμένης λογοτεχνίας.
Η μνήμη ως όχημα της συγκίνησης, η αναφορά σε αγαπητά πρόσωπα και η χρήση του ερεθίσματος της φωτογραφίας, όλα αυτά είναι τα αφηγηματικά ευρήματα μιας φροντισμένης λογοτεχνίας, με κορυφαία στιγμή την αποκάλυψη του τατουάζ με το νούμερο των στρατοπέδων συγκέντρωσης που έχει στο χέρι της η γιαγιά Ρέινα κάτω από την ομπρέλα της παραλίας.
Η ανάδυση μιας δύστοκης μνήμης
Το «Salonico» λοιπόν γίνεται, στο βιβλίο αυτό, θέατρο ενός τραύματος γενοκτονίας και, παράλληλα, «δικαστήριο» αιτίασης του ντόπιου πληθυσμού. Ένα τοπίο που ασθμαίνει, σε μια διαρκή πάλη μνήμης και εσκεμμένης λήθης. Αν θεωρηθεί υπό αυτήν την οπτική γωνία, το μυθιστόρημα της κυρίας Χουζούρη λειτουργεί ως ντοκουμέντο αφύπνισης και θραύει τους δεσμούς του ατομικού με το ιστορικό. Με άλλα λόγια, εντάσσει την επιμέρους ιστορία της γιαγιάς και τις καταγραφές που φτάνουν ως το τώρα σε μιαν ευρύτερη ιστορική εικόνα του πογκρόμ.
Η Έλενα Χουζούρη επιστρατεύει κλασική τεχνική ιστορικού μυθιστορήματος, όπου η αλήθεια του «πριν» θα αντικριστεί, με αναδρομική αφήγηση, μέσα από το πρίσμα του παρόντος.
Το πώς η συγγραφέας κατόρθωσε να φτιάξει μιαν εύπλαστη μυθοπλασία μέσα στο τόσο στατικό ιστορικό πλαίσιο που επέλεξε, αυτό είναι άξιο θαυμασμού. Πάντως η Έλενα Χουζούρη επιστρατεύει κλασική τεχνική ιστορικού μυθιστορήματος, όπου η αλήθεια του «πριν» θα αντικριστεί, με αναδρομική αφήγηση, μέσα από το πρίσμα του παρόντος. Τούτη η προσέγγιση, βεβαίως, εξιδανικεύει ως ένα βαθμό το «πριν». Και οριοθετώντας το «τότε» ως το εκλυτικό σημείο της πλοκής, φτάνει στο «μετά» για να εναρμονίσει το φιλέρευνο πνεύμα της πρωταγωνίστριας με τη δική της ανάγκη για συγχώρηση.
Στο ιστορικό της συγγραφέως εντάσσονται έξι ποιητικές συλλογές, δοκίµια και µελέτες για πρόσωπα (Γιώργος Ιωάννου) και θέµατα της ελληνικής λογοτεχνίας, µία συγκεντρωτική έκδοση κριτικών της για Έλληνες ποιητές και µία συγκεντρωτική έκδοση των ποιηµάτων της (2011). Τα μυθιστορήματά της: 2004 Σκοτεινός Βαρδάρης (εκδ. Κέδρος), 2009 Πατρίδα από βαµβάκι (εκδ. Κέδρος), 2013 Δύο φορές αθώα (εκδ. Κέδρος), έχουν µεταφραστεί στα γερµανικά, σερβικά, βουλγαρικά και τουρκικά. Εκτός από συγγραφέας, η Έλενα Χουζούρη είναι και κριτικός λογοτεχνίας, σύµβουλος έκδοσης σε εκδοτικούς οίκους, δηµοσιογράφος στον ηµερήσιο και περιοδικό Τύπο, στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, µέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και της συντακτικής επιτροπής του ηλεκτρονικού περιοδικού Ο Αναγνώστης.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Σαν να την αγγίζουν τρυφερές και απελπισμένες συγχρόνως σκιές, πώς τις ονομάζει ο φημισμένος ιστορικός; Φαντάσματα, μάλιστα, φαντάσματα, μα είσαι στην πόλη των φαντασμάτων, Αλίζα, δεν το έχεις καταλάβει;» (σ. 121).
«(Ο Ιακώβ Τζάκο) δεν έχανε την ευκαιρία να δηλώνει με περισσή περηφάνια ότι ήταν Σαλονικιός και αμέσως μετά Ευρωπαίος και να νιώθει θαυμάσια σ’ αυτήν τη διττή ταυτότητά του»
«Η ηλικιωμένη (μητέρα της Αλίζα και παραλήπτης της επιστολής της) μένει για λίγο στην ίδια θέση με το ντοσιέ ανοιχτό πάνω στα γόνατά της. Έπειτα, αργά αλλά αποφασιστικά, σχζίει και το έγγραφο και την επιστολή σε μικρά κομματάκια και τα ρίχνει σ’ ένα καλαθάκι που βρίσκεται μπροστά από το κομοδίνο. Αυτό ήταν. Επιτέλους, τέλειωσε, ακούγεται να σιγοψιθυρίζει καθώς γέρνει να ξαπλώσει στο κρεβάτι».
Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ
Έλενα Χουζούρη
Εκδ. Πατάκη 2016
Σελ. 256, τιμή εκδότη €12,50